Του Χάρη Αναγνωστάκη
Εν αντιθέσει με όλους τους πολιτικολογούντες, είμαι υπέρ της πολιτικής πασαρέλας, για την ανάδειξη αρχηγού στο ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε, σε ένα μεγάλο πολιτικό οργανισμό, όπως ήταν το «κίνημα» και μετά τη φυγή του Ανδρέα («ο Ανδρέας ζει», όπως έλεγε και το σύνθημα στα Εξάρχεια, ενώ ο μεγάλος ήταν στο Ωνάσειο...), είναι ο μόνος ενδεδειγμένος τρόπος εκλογής αρχηγού.
Η αλήθεια είναι ότι το ΠΑΣΟΚ μέχρι προσφάτως αποτελούσε ...
τη δεξαμενή για τα νέα μοντέλα πολιτικών, κάτι όπως τα ιταλικά αυτοκίνητα, ειδικά πριν μερικές δεκαετίες για τις υπόλοιπες αυτοκινητοβιομηχανίες. Έβγαζαν οι Ιταλοί σχεδιαστές (τους ζητώ συγγνώμη για τη σύγκριση, αλλά...) τη Lancia Fulvia ή το 127 και το Uno για τη FIAT και την Julia ή την Alfetta για την Alfa Romeo και μετά ακολουθούσαν Γερμανοί, Γάλλοι και Ιάπωνες. Έτσι και το ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα. Στην αρχή είχαμε τον Ανδρέα Παπανδρέου. Μετά αυτούς που πέθαιναν γι’ αυτόν και έπαιρναν τα υπουργεία. Όπως ο Γεννηματάτας, ο Τσοχατζό, ο Μένιος, ο ευθυτενής και σιωπηλός Χαραλαμπόπουλος, το «θείο βρέφος», ο Κατσιφάρας, «ο μικρός Γκάιμπελς» Σωτήρης Κωστόπουλος (αυτός δεν πήρε υπουργείο, αλλά είχε μεγαλύτερη εξουσία από τους υπουργούς) και πάει λέγοντας.
Μετά ήρθε η εποχή των εκσυγχρονιστών και του Σημίτη. Μαζί του θόλωσαν και οι μεγάλες ιδέες του παρελθόντος όπως «εθνική υπερηφάνια», «ανήκομεν στη Δύση», «Ελλάς – Ευρώπη – Ευημερία» και άλλες λεκτικές μπουρμπουλήθρες. Όπως και οι ακρότητες για το κομματικό συμφέρον («Πρασινοφρουροί», «κλαδικές» και «ΕΓΕ»), αλλά και η απαξίωση του αντιπάλου («δεν είναι δικός μας, είναι φασίστας», «πράκτορας των αμερικανών», «αδελφή» κλπ) με κορυφαίο το «βρόμικο 89», λες και το 99, όταν άνθιζε το σκάνδαλο του χρηματιστηρίου, ήταν καθαρό. Οι ιδεολογικές μπουρμπουλήθρες των κομμάτων αντικαταστάθηκαν με άλλες, αλλά, με την καθοδήγηση του «στρατηγού» Τσουκάτου και άλλων παρατρεχάμενών του (Πανταγιάς, Πασχαλίδης), ήταν όλες πιο στρογγυλές. Δίχως υπερβολές. Αυτές περί «εθνικού στοιχήματος», «μεγάλων έργων», «ισχυρής Ελλάδας» κλπ. Κυριαρχούσε ο καθεστωτισμός, το πονηρό βλέμμα του τύπου «ξέρω τη δουλειά» ή «δεν χρειάζεται να φωνάζεις, έλα για μία επιδότηση». Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλαν τα μέγιστα και οι αριστεροί που βρέθηκαν σε θέσεις εξουσίας.
Αν θυμηθούμε τους Νεοδημοκράτες θα καταλάβουμε τις διαφορές εύκολα, τουλάχιστον οι παλιότεροι. Από τον Παπακωνσταντίνου, τον Ράλλη, τον Αβέρωφ και το Νιάνια, που είχαν αυτή την απύθμενη σοβαροφάνεια, το ένα χέρι πάντα στην τσέπη του σακακιού, το άλλο κάνει πιρουέτες και κοιτώντας πάντα μπροστά στο κενό βλέποντας όραμα υψηλής ευκρίνειας, φτάσαμε στην παρέα του Καραμανλή, την ελευθεροστομία του Βουλγαράκη, τα ντεκολτέ του Άρη, την καθημερινότητα του Χατζηδάκη, το αρχοντορεμπέτικο ύφος του Μεϊμαράκη…
Αλλά ας επιστρέψουμε στο θέμα μας. Το ΠΑΣΟΚ, λοιπόν, μέσα σε λίγα χρόνια είχε μεταβληθεί σε μηχανισμό εξουσίας και ρεμούλας. Από το «ένα δωράκι» μέχρι τις επικύψεις σε Κόκκαλη, Βαρδινογιάννη και τα κότερα. Και είναι μεγάλο λάθος να χαρακτηρίζεται «βαθύ ΠΑΣΟΚ» το κομμάτι αυτών που παραπέμπουν στον Τσοβόλα, στον Μένιο και στους μουσάτους συνδικαλιστές. Το «βαθύ ΠΑΣΟΚ» είναι αυτό που μεταλλάσσεται συνεχώς για να βρίσκεται στην εξουσία. Από «επαναστατική ομάδα», όπως χαρακτηριζόταν τη δεκαετία του 70, πέρασε στην εξουσία των πρασινοφρουρών, μετά στους εκσυγχρονιστές και εσχάτως στους «σοσιαλφιλελεύθερους» του Γιώργου. Το βασικό στήριγμα όλων αυτών αν το ψάξετε θα δείτε ότι είναι οι ίδιοι άνθρωποι. Πέρα από ορισμένους προβεβλημένους όπως ο Πάγκαλος, η Αννούλα, ο «Αρκούδος»,το σύστημα ΕΟΜΕΧ και τα «λαμπρόχαρτα» και άλλες λαμπρές καταστάσεις και προσωπικότητες, κυρίως ήταν τα μεσαία και μικρά στελέχη που βγάζουν τη «βρόμικη» δουλειά. Οι σύγχρονοι κομματάρχες, που γνωρίζουν τους ψηφοφόρους, ποιος χρωστά στην τράπεζα, ποιος έχει σύμβαση με το δημόσιο, ή προμηθεύει το δημόσιο –έστω και τυρόπιτες- ποιανού το παιδί πήρε μετάθεση για το Πεντάγωνο, ποιος πήρε προαγωγή, επειδή διάβαζε ΤΑ ΝΕΑ, σε δύσκολες εποχές, συνδικαλιστές, δημοσιογράφους, ερωτικές παράνομες ιστορίες...
Έτσι φτάσαμε στους σημερινούς. Κύριο χαρακτηριστικό τους το εξόφθαλμο ψέμα και η θολούρα, που βρίσκουν γόνιμο έδαφος να καρποφορήσουν στην κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που βρισκόμαστε – που μας έφεραν. Τέτοια δυναμική πολιτικών ψεμάτων, τα οποία ουδόλως τους ενοχλούν που διαψεύδονται πριν ακόμη ειπωθούν, δεν έχει ξαναϋπάρξει στη μεταπολίτευση. Μόνιμη επωδός το «θυσιαζόμαστε, για να σώσουμε την πατρίδα» (το «ρεμάλια» δεν το προσθέτουν στη φράση τους, για να κρατήσουν την πολιτική ορθότητα).
Τα αστέρια που μας προέκυψαν την τελευταία διετία ήταν πολλά. Ας αφήσουμε την Μπιρμπίλη, τον Παμπούκη, τον Δρούτσα και κάποιους που ήδη αποχώρησαν μπροστά στην αντίδραση των «παλιών» και ας δούμε αυτούς που είναι έτοιμοι να ανέβουν στην πασαρέλα, είτε το αμέσως επόμενο διάστημα, είτε αργότερα, δεδομένου ότι το «κίνημα» προσφέρεται για πολλά χαριτωμένα επεισόδια, πλούσια σε γκροτέσκο καταστάσεις.
Μοντέλο Ευάγγελος ή Βαγγέλης (αναλόγως των δημοσκοπήσεων). Προσπαθεί να κρατηθεί πάση θυσία μετά το ξέσπασμα του 2007, για να μη θυμηθούμε και πάλι τα κλασικά «ως μελλοντικός ηγέτης της παράταξης ….». Τώρα μοιάζει με ελέφαντα που φοβάται τα μυρμήγκια. Η ιδεολογική του πλατφόρμα, που θα ‘λεγαν και οι πολιτικοί αναλυτές, μοιάζει λίγο πολύ με εκείνη του 2007. Σαν πιατέλα με εδέσματα για όλους. Ικανοποιεί από χορτοφάγους μέχρι λάτρεις της Γουρουνοπούλας και της κακαβιάς. Προκαλεί τρόμο στο μέσο άνθρωπο και εμπιστοσύνη στους καναλάρχες. Μάλλον δύσκολα θα βγει κερδισμένος, ακόμη και αν συμβεί ακριβώς το αντίθετο…
Η Άννα Διαμαντοπούλου αποτελεί σύγχρονη εφαρμογή της Μαρίας Δαμανάκη. Στο περίπου. Ο Γιάννης Ραγκούσης δεν έχει ρεύμα. Μοιάζει περισσότερο με μοναχικό μέλος μιας αίρεσης, που είναι έτοιμος να αυτοκτονήσει αν δεν πετύχει ο εξευρωπαϊσμός της χώρας υπό τις οδηγίες των Γερμανών τεχνοκρατών και άλλων βορειοευρωπαίων, άντε και των Αμερικανών. Έχει και αυτό το κατάλευκο λευκό απάνω του που δεν ελκύει, όπως φαίνεται, τους απόγονους της αρβανιτιάς…
Ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης είναι ο κλασικός τύπος του επαρχιώτη, που ήρθε στην πρωτεύουσα για να αμφισβητήσει τα μεγάλα τζάκια και τους βουτυρομπεμπέδες του καθεστώτος. Το τέλειο αμερικανικό όνειρο. Ίσως γι’ αυτό και τον πάνε με χίλια οι Αμερικάνοι. Το πρόβλημά του είναι μήπως των πάνε με χίλια τα αμερικανάκια….
Και ερχόμαστε στο μοντέλο Ανδρέας Λοβέρδος. Μιλάμε για πρωτότυπο μοντέλο, που, ωστόσο, χρησιμοποιεί κλασικές συνταγές του μακρινού παρελθόντος. Δηλώνει «σοσιαλιστής» και επειδή το επιτάσσει το χρέος στην πατρίδα, εφαρμόζει, «με πόνο ψυχής», τις πιο ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Γι’ αυτό, ίσως, χρησιμοποιεί –εκτός αν είναι έμφυτο- τα υγρά μάτια ευσυγκίνητου ανθρώπου, που το βάρος των ευθυνών τον πλακώνει, όπως το Νίκο Ξανθόπουλο στο «Ξεριζωμένη γενιά». Η σχέση του με την αλήθεια είναι διακριτική. Ο Μινχάουζεν θα είχε αυτοκτονήσει αν τον γνώριζε. Χρησιμοποιεί ακόμη πιο εντόνως, από τους υπόλοιπους τη λέξη «πατριωτισμός», έχοντας προφανώς στο μυαλό του ότι άλλο είναι η πατρίδα και άλλο οι άνθρωποί της. Αν υπήρχε η δυνατότητα να βλέπουμε τι σκέφτεται την ώρα που μιλάει δημοσίως, νομίζω ότι μετά οι «Μόντι Πάιθονς» και ο Γκρούτσο Μαρξ θα μας φαίνονταν σε επίπεδο χιούμορ Μάρκου Σεφερλή. Άρα έχει όλα τα προσόντα για να ηγηθεί του «κινήματος». Βεβαίως υπάρχει μία λεπτομέρεια που του διαφεύγει, όπως και των υπόλοιπων μοντέλων. Ότι το ΠΑΣΟΚ με δυσκολία θα πιάσει ένα 15 τοις εκατό. Τώρα, πώς να χαρακτηρίσουμε όλους αυτούς που σκίζονται για να ηγηθούν σε ένα μικρομεσαίο κόμμα. Αλλά, όπως μας έχουν αποδείξει οι Έλληνες πολιτικοί το σημαντικό είναι να έχεις την προεδρία ενός κόμματος και όλα τα άλλα θα ακολουθήσουν. Η συνέχεια επί της μικρής οθόνης...
Σημείωση: Βεβαίως και θα προτιμούσα μία γνήσια πασαρέλα. Με μπικίνι, τουαλέτα και μίνι. Με ερωτήσεις τύπου «τι θα κάνετε όταν κατακτήσετε τον τίτλο;» ή «ποιον θα καλούσατε για δείπνο σε ένα ρομαντικό εστιατόριο;»
Σημείωση 2: Εννοείται ότι το θέμα «ο νέος ηγέτης του ΠΑΣΟΚ» είναι ασήμαντης αξίας για όλους εμάς. Απλώς είναι μία προσφορά στο χριστουγεννιάτικο κλίμα. Μία προσπάθεια να ξεφύγουμε από την καθημερινότητα, από την πραγματικότητα. Να έρθουμε πιο κοντά στην εκτός πραγματικότητας ζωή των πολιτικών μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου