Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2011

Η ντροπή των αμνών


Κάθε φορά που με ρωτούν τι δουλειά κάνω, καταλήγω να λέω «πες προγραμματίστρια για να είσαι μέσα» διότι πού χρόνος για αναλύσεις επί αναλύσεων. Όλοι καταλαβαίνουν ότι ασχολούμαι με υπολογιστές και προγράμματα και όλα καλά. Στην δουλειά μου η εικόνα έχει τον πρώτο λόγο. Όσο παράξενο κι αν φαίνεται. Πελάτη δεν σταυρώνεις μόνο επειδή είσαι καλός επαγγελματίας αλλά ...

και επειδή φαίνεσαι τέτοιος. Κυρίως αν είσαι γυναίκα. Στην Ελλάδα. Η τεχνογνωσία, η αποτελεσματικότητα και η ταχύτητα πηγαίνουν σετάκι με το ταγιεράκι, το κοστουμάκι, το σοβαρό το σινιόν και τις γόβες με το έως οχτάποντο τακούνι –μη μας περάσουν και για ξέκωλα και τρέχουμε.

Πριν την κρίση είχα θεσπίσει μερικούς γενικούς κανόνες για να είμαι πάντα μέσα: Η μπλούζα αγκάλιαζε σεμνά το μπούστο, το παντελόνι έπρεπε να είναι αρκούντως φαρδύ για να μην κολλάει στον πισινό και το σακάκι τόσο μεσάτο ώστε να αναδεικνύεται η σιλουέτα αλλά μέχρι εκεί. Τα πολλά πολλά στολίδια και τα τριζάτα αξεσουάρ απαγορεύονταν αν δεν ήθελα να καταλήξω αντί να κάνω demo προγράμματος για την εμπορική διαχείριση της επιχείρησης που επισκέφτηκα, να νομίσουν ότι πήγα για οντισιόν πόουλ ντάνσερ για το μπάτσελορ πάρτυ του οικονομικού διευθυντή. Αν το ραντεβού αφορούσε σε support φορολογικού μηχανισμού όφειλα να προβλέψω την ανοχή της φούστας στα σκυψίματα, αν δε κουβαλούσα και κάναν εξωτερικό δίσκο, έπρεπε να θυμάμαι αν δουλεύουν οι εμπρόσθιες usb θύρες του τερματικού που θα χρησιμοποιούσα αλλιώς μαύρο φίδι που μ’ έφαγε με την φουστίτσα και τα τακούνια.

Οπότε πρόσεχα. Και είχα. Τα πράγματα ήταν απλά και συγκεκριμένα: Μήκος φούστας, φάρδος παντελονιού, βάθος ντεκολτέ. Τσάντα ανά χείρας, δίσκοι και λοιπά συμπράγκαλα, ζουμπάδες και σφραγίδες και βενζίνη στο ντεπόζιτο. Ωραίες εποχές.

Τώρα τα πράγματα άλλαξαν. Πριν ξεκινήσω για το ραντεβού ελέγχω τον ισολογισμό της εταιρείας που θα επισκεφτώ, το υπόβαθρο των ιδιοκτητών και αν είναι δυνατόν ρίχνω μια ματιά και στο Ε9 τους. Διπλοτσεκάρω τα (δηλωμένα) κέρδη του 2010 και ανατρέχω στην μνήμη μου για να βρω αν έκαναν περαίωση και τι εισφορά τους ήρθε. Με αυτά τα κριτήρια διαλέγω τα ρούχα που θα φορέσω. Για να μην είμαι προκλητική. Για να μην νομίσουν ότι δεν έχω κι εγώ οικονομικό πρόβλημα και η πληρωμή μετατεθεί του αγίου ανήμερα.

Ως πρόκληση πλέον, δεν ορίζεται το χαμηλό ντεκολτέ, η στενή και κοντή φούστα ή το κολάν. Πάνε αυτά! Πρόκληση είναι η ετικέτα του σακακιού, η μάρκα της προσωπικής τσάντας, ο αριθμός των δαχτυλιδιών και το ύφος του ρολογιού. Όσο για το κινητό, άστο. Αν τολμήσω να βγάλω iphone πάνω στο γραφείο που θα εργαστώ, την εξάμηνη επιταγή την έχω στο τσεπάκι κι ευχαριστημένη να είμαι.

Το αυτό συμβαίνει στις παρέες. Στην ερώτηση «είσαι καλά;» βλέπω ανθρώπους που απαντούν σαν να είναι υποχρεωμένοι «ε, τι καλά να είμαι… όσο μπορώ… έτσι χάλια που είναι τα πράγματα…» με το κεφάλι κάτω και την γκριμάτσα της μαριονέτας (το γνωστό γεροντικό προσωπείο) σχεδιασμένη με το ζόρι απ’ άκρη σ’ άκρη στα πρόσωπά τους. Φράσεις τύπου «με το ζόρι τα βγάζω πέρα…» αντηχούν σε εταιρείες, οργανισμούς, δρόμους, μαζικά μέσα μεταφοράς. Έχουν γίνει κοινός τόπος. Για όσους τα κουτσοκαταφέρνουν και όσους τα καλοκαταφέρνουν, για όσους έχουν καβάτζα και όσους είναι με τον κώλο εκτεθειμένο, για όσους πήραν αύξηση και για όσους τρώνε την μία μείωση μετά την άλλη, γι’ αυτούς που μειώθηκαν τα κέρδη τους και για όσους έβγαλαν ζημιές. Ντρεπόμαστε αν είμαστε καλά… Ντρεπόμαστε αν δεν μας έχει χτυπήσει η κρίση ή αν μας έχει χτυπήσει λιγότερο από τον διπλανό. Και λέμε ψέματα ή έστω μισές αλήθειες.

Ντρεπόμαστε. Δεν μπορώ να καταγράψω τους προσωπικούς λόγους του καθένα γι’ αυτή του την στάση. Καταγράφω την βεβαιότητά μου ότι αυτή η συλλογική μιζέρια δεν οφείλεται στο ότι άξαφνα πιστέψαμε στην «επιστροφή στις αξίες και την ουσία της ζωής» που αργά αλλά σταθερά γίνεται κυρίαρχο τρεντ ή στην ανησυχία και την θλίψη μας για τον συνάνθρωπο που υποφέρει, για τους απεργούς, τους απλήρωτους, τους απολυμένους.

Είμαι σίγουρη πλέον ότι αυτή η ψυχαναγκαστική ενοχή δίκαιη ή άδικη, που σέρνεται και απλώνεται και κατατρώει τα σωθικά μας δεν οδηγεί σε δράσεις ή αντιδράσεις. Οδηγεί σε παγωμένες γκριμάτσες και μουδιασμένες αφηγήσεις της ζωής ενός άλλου που την κάναμε δική μας για να πουλήσουμε την εικόνα του κυνηγημένου από το μνημόνιο και την κρίση και να γίνουμε συμπαθείς ή έστω μη ενοχλητικοί: μη μας έρθει και καμιά σφαλιάρα μέρες που είναι. Διατηρούμε το προφίλ της μιζέριας, άλλος υψηλό και άλλος χαμηλό ανάλογα με τα γράδα του, νομίζοντας ότι έτσι θα επιβιώσουμε.

Σώπα μη μιλάς κι όταν μιλήσεις κλάψε. Κλαψούρισε και αν μπορείς ρίξε κι ένα δάκρυ. Γέμισε τον αέρα με αναστεναγμούς και σάλια. Το ίδιο κάνουν όλοι στο κοπάδι. Η ντροπή των αμνών στους κινηματογράφους της περιοχής σου. Μόνο που κλάμα στο κλάμα, σάλιο στο σάλιο, σούρσιμο στο σούρσιμο, μύξα στην μύξα, έρχεται και η ανοσία, η απάθεια. Κι έτσι δε θ’ ακουστεί η φωνή αυτού που έχει όντως πρόβλημα. Αυτού που πεινάει, τώρα πεινάει όχι σε έναν χρόνο, τώρα πεινάει σου λέω, αυτού που τώρα απολύεται, αυτού που τώρα δεν έχει καταθέσεις, αυτού που τώρα τον διώχνουν από το σπίτι του, αυτού που τώρα του κόβουν το ρεύμα. Καταλαβαίνεις; Ε; Καταλαβαίνεις;

amelielaw.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου